Tου Κωνσταντίνου Χειμαριώτη
Η γυναίκα της υπαίθρου αντιμετωπίζει σήμερα σοβαρά προβλήματα τόσο στην ένταξη στην αγορά εργασίας όσο και στη διατήρηση της απασχόλησης. Οι λόγοι σχετίζονται με τις γενικότερες με τις κοινωνικές κι οικονομικές συνθήκες που επικρατούν στην ύπαιθρο αλλά και με στερεότυπα που αφορούν στο φύλο.
Παρά τα διάφορα Ευρωπαϊκά προγράμματα για την επαγγελματική στήριξη των γυναικών και παρά τις προσπάθειες που καταβάλλονται τα τελευταία χρόνια, κυρίως από τις ίδιες τις γυναίκες και τις γυναικείες οργανώσεις τα μέχρι τώρα αποτελέσματα δεν μπορεί να χαρακτηριστούν ικανοποιητικά. Απέχουν πολύ από το ζητούμενο κι η ανεργία εξακολουθεί να πλήττει περισσότερο, από κάθε άλλη κατηγορία πληθυσμού, τις γυναίκες της υπαίθρου, με αποτέλεσμα πολλές, ιδιαίτερα οι νέες και καλύτερα μορφωμένες, να εγκαταλείπουν τα χωριά τους σε αναζήτηση καλύτερης τύχης στα αστικά κέντρα της χώρας μας, ενώ αυτές που παραμένουν ουσιαστικά αποκλείονται από την αγορά εργασίας. Άλλη δυσμενής συνέπεια της φυγής των νέων γυναικών είναι ανατροπή της αριθμητικής ισορροπίας μεταξύ ανδρών και γυναικών στα αγροτικά νοικοκυριά, ιδιαίτερα σε ορεινά απομονωμένα χωριά όπου η έλλειψη γυναικών αποτελεί σοβαρό κοινωνικό πρόβλημα.
Τα τελευταία χρόνια παρατηρούνται τάσεις για την ίδρυση αγροτικών εκμεταλλεύσεων από γυναίκες. Επισημαίνεται στο σημείο αυτό, ότι ορισμένοι γυναικείοι συνεταιρισμοί έχουν να επιδείξουν μια ιδιαίτερα ικανοποιητική επιχειρηματική δραστηριότητα και έχουν πετύχει να βελτιώσουν την οικονομική και κοινωνική θέση των γυναικών μελών τους. Όμως οι περισσότεροι γυναικείοι συνεταιρισμοί αντιμετωπίζουν προβλήματα που συνδέονται κατά κύριο λόγο με τη μικρή και ανισοβαρή συμμετοχή των μελών στις εργασίες τους, τις ελλείψεις σε τεχνογνωσία, τις δυσκολίες στην προβολή και προώθηση στην αγορά των προϊόντων τους, τις ελλείψεις σε βασικό εξοπλισμό και τη στενότητα κεφαλαίων.
Ποιες δράσεις και ενέργειες μπορούν να συμβάλουν θετικά στην τόνωση της απασχόλησης και της επιχειρηματικής δράσης των γυναικών της υπαίθρου μας; Πρώτα απ' όλα η κατάλληλη εκπαίδευση και επιμόρφωσή τους. Εκπαίδευση που να είναι προσαρμοσμένη στις πραγματικές ανάγκες τους και να μπορεί να οδηγήσει στην αξιοποίηση των νέων γνώσεων και δεξιοτήτων. Ακόμη η ενθάρρυνση και σωστή ενημέρωσή τους από τους αρμόδιους φορείς, αλλά κυρίως η συμβουλευτική και οργανωτική – τεχνική υποστήριξή τους. Τέλος η σωστή αξιοποίηση των σχετικών κινήτρων (επιχορηγήσεων) που υπάρχουν για την πραγματοποίηση επενδύσεων αλλά και η χρηματοδοτική ενίσχυση των γυναικών με ευνοϊκούς όρους. Εξυπακούεται ότι τα παραπάνω πρέπει να εφαρμόζονται με συνέπεια και συνέχεια, από ανθρώπους με εμπειρία και γνώση για να υπάρξει αποτέλεσμα.
Τελειώνοντας πρέπει να τονίσουμε με έμφαση και πρέπει να γίνει απόλυτα κατανοητό από όλους μας (τόσο από τον αστικό όσο και από τον ανδρικό αγροτικό πληθυσμό) ότι οι γυναίκες της υπαίθρου αποτελούν ένα ισχυρό παράγοντα κοινωνικής συνοχής και ένα σημαντικό αλλά αναξιοποίητο δυναμικό και ότι «αν τους δοθεί η ευκαιρία» μπορούν να συμβάλουν με την εργασία τους πολύ θετικά την ανασυγκρότηση – ανάπτυξη της υπαίθρου, στην βελτίωση της οικονομικής θέσης των αγροτικών πληθυσμών και στην αναστροφή της τάσης εγκατάλειψης των πατρογονικών εστιών τους. Κάτω από αυτό το πρίσμα η εξασφάλιση εργασίας για την γυναίκα στην ύπαιθρο (παράλληλα με τη βελτίωση των κοινωνικών παροχών και των συνθηκών διαβίωσης) πρέπει να αποτελέσει στόχο απόλυτης προτεραιότητας. Επιβάλλεται λοιπόν η Πολιτεία, οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης και οι υπόλοιποι Φορείς που εμπλέκονται στα θέματα της γυναικείας απασχόλησης και επιχειρηματικότητας, να επιδείξουν ουσιαστικό ενδιαφέρον και να παρέχουν συνεχή στήριξη προς τις γυναίκες της υπαίθρου μας. Μόνο έτσι θα μπορέσουν οι τελευταίες να ξεπεράσουν τα συναφή εμπόδια και προβλήματα και να επιδοθούν, με την ευρηματικότητα, την ευαισθησία και την αποτελεσματικότητα που τις διακρίνει, σε νέες δραστηριότητες και στο έργο τους γενικότερα. Και αυτό θα αποβεί προς όφελος της οικονομίας και της κοινωνίας μας συνολικά.